Ἀννίβαν

Ἀννίβαν
Ἀννίβᾱν , Ἀννίβας
masc acc sg (epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Σωσύλος — Έλληνας ιστορικός συγγραφέας και ίσως και στρατιωτικός. Έζησε τον 3o π.Χ. αι. Λέγεται ότι δίδαξε την ελληνική γλώσσα στον Αννίβα τον Καρχηδόνιο, τον οποίο ακολούθησε σε πολλές εκστρατείες του. Έγραψε το ιστορικό έργο 7α περί τον Αννίβαν σε εφτά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”